Η δραματική ιστορία του γέρου του Λυκαβηττού Εμμανουήλ Λουλουδάκη

Ο παραγιός του Εμμανουήλ Γαβριλάκης

 Γράφει ο Ελευθέριος  Γ. Σκιαδάς 

Ο Εμμανουήλ Γαβριλάκης που ξεκίνησε ως παραγιός του Εμμανουήλ Λουλουδάκη και παρέμεινε στη θέση του όταν εκείνος έφυγε από τη ζωή (Φωτογραφικό Αρχείο Πέτρου Πουλίδη – ΕΡΤ)

Γράφεται συχνά πως υπήρξε ένας ιερομόναχος με το επώνυμο Λουλουδάκης που είχε κτίσει το κελί του δίπλα στον Αϊ-Γιώργη του Λυκαβηττού. Η επί πολλές δεκαετίες γραφική παρουσία του πάνω στον λόφο και οι φροντίδες του για το εκκλησάκι και τον περίγυρό του τροφοδότησαν τη φαντασία και θρύλοι παρουσιάζονται ως πραγματικότητα. Ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης ήταν εκείνος που πρώτος φρόντισε να ξεδιπλώσει τις λεπτομέρειες της ζωής και του δράματος που βίωσε ο πασίγνωστος μπάρμπα Εμμανουήλ Λουλουδάκης ο Κρητικός. Ζούσε στη γειτονιά της Χρυσοσπηλιώτισσας και την κατοικία του κατόρθωσε να υφαρπάξει ένας αξιωματικός του ναυτικού «όστις εισελθών εν αυτή δεν ηθέλησε πλέον να εξέλθη»!

Η ανυπαρξία νομικού πλαισίου όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους και η απουσία δημόσιων υπηρεσιών (υποθηκοφυλακεία, ληξιαρχεία κ.ά.) επέτρεψαν σε πολλούς να πλουτίσουν αξιοποιώντας προς όφελός τους την κατάσταση. Αρκετοί ενοικιαστές, οι οποίοι κατοικούσαν πέντε, δέκα, ακόμη και δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια στην ίδια κατοικία, έφτασαν στο τέλος να αμφισβητούν στους ιδιοκτήτες την κυριότητα των οικιών τους αφού οι περισσότερες συμφωνίες ήταν προφορικές! Αρκετοί κατόρθωσαν να γίνουν κύριοι της αμφισβητούμενης οικίας επειδή οι ιδιοκτήτες δεν είχαν σαφείς τίτλους ιδιοκτησίας. Ανάμεσα σ’ εκείνους που έχασαν το σπίτι τους ήταν και ο Εμμανουήλ Λουλουδάκης.

Ανήμπορος να αντιδράσει ανέβηκε στον Λυκαβηττό όταν ο Αϊ-Γιώργης ήταν ένας πενιχρός και σαθρός ναΐσκος. Εκτελώντας χρέη νεωκόρου στην αρχή για να προβιβαστεί σύντομα σε επίσημο επίτροπο και πασίγνωστο εκκλησιάρχη και… βουνάρχη! Εκείνος μετέτρεψε τον σαθρό ναΐσκο σε λαμπρό λιθόκτιστο, τρίκογχο και τρισύνθετο ναό, από τους αποκαλούμενους τρισυπόστατους. Μετατράπηκε σε φύλακα του λόφου και τον έσωσε από τα φουρνέλα των πετράδων που έτειναν να τον ισοπεδώσουν. Ανέβηκε ψηλά για να μην ξανακατέβει πλέον από εκεί, παρά μόνον για να συνάζει λάδι από τα γύρω σπίτια και να τσούζει κάνα ποτηράκι για να πηγαίνουν κάτω οι λύπες του. Ποτέ του δεν φόρεσε ράσο και η παρουσία του ευνοήθηκε από τον ερχομό της βασίλισσας Όλγας, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1860.

Άποψη των Αθηνών και ο λόφος του Λυκαβηττού γύρω στα 1860.

Ενθουσιασμένη από τη θέα και το γραφικό εκκλησάκι η βασίλισσα συνήθιζε να ανάβει ένα κεράκι στον Άγιο και να ψιθυρίζει ευχές. Ο Λουλουδάκης συνέλαβε την ιδέα να λαμπρύνει την όψη της κορυφής του βράχου, ανακαινίζοντας εκ θεμελίων τον ναό και κάνοντας βατή την ανάβαση. Υπερνικώντας τα προσκόμματα που πρόβαλαν οι επίτροποι του ναού της Μεταμορφώσεως, του οποίου παρεκκλήσι ήταν ο Αϊ-Γιώργης, αναγνωρίστηκε επίσημος επίτροπος του ναού με έγγραφο της Βασιλίσσης. Έτσι έφτασε ο ναός να αποκτήσει δικό του ιερέα, τον επίσης Κρητικό πάπα Άνθιμο, καθώς και δυο-τρεις Κρητικούς παραγιούς. Ο γέρο Λουλουδάκης έφυγε από τη ζωή την Παρασκευή, 2 Νοεμβρίου 1901. Η βασίλισσα έδωσε εντολή στον κλειδούχο της Δ. Μεσσαλά να παραστεί στην κηδεία του και να φροντίσει να κηδευθεί ευπρεπώς, στον τάφο που ο ίδιος είχε ετοιμάσει επί του λόφου.

Εμμ. Γαβριλάκης: Ο ένας από τους δύο παραγιούς

Στην αιωνιότητα τον παρέδωσε και ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου: «Ποιητής. Εξωραϊστής. Δεσπότης του βράχου διά να είναι δούλος του Αγίου. Τολμηρός εκβραχιστής. Φωτοτέχνης του μυστηριώδους αστεριδίου και του πυρίνου σταυρού. Λειτουργός χρισθείς όχι από την εκκλησίαν, αλλ’ από εαυτόν, δώσας εις εαυτόν το δικαίωμα να ψαύη τα ιερά του εκκλησιδίου και να πατή εις την Ωραίαν Πύλην». Λίγη από τη δόξα του ας αποδώσουμε και σε έναν από τους παραγιούς του, τον επίσης καταγόμενο από την Κρήτη Εμμανουήλ Γαβριλάκη. Ευτύχησε να ζήσει περίπου τρεις δεκαετίες μετά τον θάνατο του συμπατριώτη. Έφυγε σε βαθιά γεράματα, τον Μάρτιο του 1934 και θάφτηκε στο ίδιο μνήμα επί του Λυκαβηττού.