Πως απέφυγε την κατεδάφιση ο ναός των Αγίων Θεοδώρων

Η ιστορική λεύκα των Τηνιακών στην γραφική πλατεία τους

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

«Ο Κος Θ. Ράλλης αγοράσας το οικόπεδον της γωνίας της οδού της Μακράς Στοάς και της πλατείας του Θεάτρου και σκοπόν έχων να οικοδομήση εκεί εζητήσατο δι’ αναφοράς του προς ημάς την κατεδάφισιν της εκεί ευρισκομένης εκκλησίας του Αγίου Θεοδώρου»[1]. Αυτά έγραφε, τον Μάιο του 1836, ο υπουργός Εσωτερικών Δρόσος Μανσόλας προς τον συνάδελφό του υπουργό Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Ιάκωβο Ρίζο. Ζητούσε τη γνώμη του αλλά και τη γνώμη του Εφόρου Αρχαιοτήτων Κυριάκου Πιττάκη. Η αναφερόμενη οδός Μακράς Στοάς, η οποία εντέλει παρέμεινε μερικώς απραγματοποίητη ήταν η σημερινή οδός Ευριπίδου, πλατεία Θεάτρου ή πλατεία Κλαυθμώνος και ο Άγιος Θεόδωρος φυσικά ο γνωστός μας και σωζόμενος ναός των Αγίων Θεοδώρων!

O ναός των Αγίων Θεοδώρων και η γύρω περιοχή (A. Couchaud, 1842).

Η διάσωση του Ναού

Το σπουδαίο αυτό βυζαντινό μνημείο ζητούσαν να γκρεμιστεί για να έχει περισσότερη άπλα το αρχοντικό του τραπεζίτη και μεγαλέμπορου Θεόδωρου Ράλλη (1795-1845). Το μείζον γεγονός ωστόσο, δεν ήταν ότι ο Θ. Ράλλης κατέθετε αίτηση για κατεδάφιση της εκκλησίας ή πως ο υπουργός Εσωτερικών ζητούσε πληροφορίες από τον συνάδελφό του, αλλά ότι την κατεδάφιση της εκκλησίας είχε ζητήσει ο «αρχιτέκτων της πόλεως»[2]! Ο τελευταίος, καταθέτοντας αίτημα προς το υπουργείο επιχειρηματολογούσε, προσθέτοντας ότι «η εκκλησία πρέπει να κατεδαφισθή, καθ’ o τούτον απαιτείται από το Σχέδιον της πόλεως»[3]!

Το σχέδιο προέβλεπε τη διάνοιξη της οδού Ευριπίδου σε ευθεία γραμμή και την κατεδάφιση του Ναού, δηλαδή ότι αντίστοιχα προβλεπόταν και για την Καπνικαρέα! Ευτυχώς, τόσο ο Ι. Ρίζος όσο και Κ. Πιττάκης ήταν κάθετοι στις απόψεις τους και ζήτησαν ξεκάθαρα την διατήρηση της εκκλησίας «ως μία από τας ολίγας εκκλησίας της αρχαιοτέρας Βυζαντινής αρχιτεκτονικής, αίτινες σώζονται εισέτι εις τας Αθήνας»[4]. Εξάλλου, όπως απαντούσαν εγγράφως, ο ναός των Αγίων Θεοδώρων μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ενοριακός, αφενός γιατί ήταν ακέραιος και ευρύχωρος, και αφετέρου γιατί δεν υπήρχε κοντά άλλος ναός. Ο Κ. Πιττάκης υποστήριξε ότι εύκολα μπορούσε να διατηρηθεί η εκκλησία, με μία μικρή μεταβολή του σχεδίου.

Η λύση

Ήταν ένας από τους ναούς που είχαν ξεφύγει από τη λαίλαπα του πολυετούς πολέμου και σωζόταν σε καλή κατάσταση. Κτίσμα των μέσων του 11ου αιώνα είχε ήδη απασχολήσει Έλληνες και ξένους μελετητές και ήταν ένα από τα αγαπημένα μνημεία που φρόντιζαν να επισκεφτούν και να περιγράψουν οι περιηγητές. Η παράδοση ήθελε να υπάρχει άλλη εκκλησία στη θέση των Αγίων Θεοδώρων, μία από τις δώδεκα που φέρεται να αφιέρωσε στη γενέτειρά της η αυτοκράτειρα Ευδοκία. Ακόμη εικάζεται πως επρόκειτο για το Καθολικό μικρής Μονής, ενώ υπήρξε ενοριακή εκκλησία στα χρόνια του Αγώνα.

Πάντως, η λύση που δόθηκε για να αποφευχθεί η κατεδάφισή της, ήταν ίδια με εκείνην «της Καμουκαρέας της οδού Ερμού», δηλαδή της Καπνικαρέας[5]. Αρκούσε με τη μετατροπή του σχεδίου, να απομακρυνθούν και προς τις δύο πλευρές, προς βορρά και μεσημβρία, οι κατοικίες που θα ανεγείρονταν κατά επτά ή οκτώ γαλλικά μέτρα. Έτσι θα σχηματιζόταν η μικρή πλατεία γύρω από την εκκλησία στο πρότυπο της Καπνικαρέας. Τονιζόταν ακόμη πως η μικρή μετατροπή δεν θα προκαλούσε προβλήματα, αφού ακόμη δεν είχε ανεγερθεί καμία οικοδομή. Πράγματι το υπουργείο Εσωτερικών αποδέχτηκε την εισήγηση, απέτρεψε την κατεδάφιση των Αγίων Θεοδώρων και σε βάθος χρόνου, δημιουργήθηκε ο μικρός περίβολος που σώζεται μέχρι τις ημέρες μας.

Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων τέλη 19ου αιώνα.

Πλατεία και λεύκα

Με τον καιρό διαμορφώθηκε και η μικρή σε μέγεθος πλατεία των Αγίων Θεοδώρων με την ιστορική λεύκα της. Πόσες και πόσες ιδιότητες δεν απέδιδαν οι παλαιότεροι στα δένδρα. Την βλέπουν, όχι μόνον όσοι κάθονται στην πλατεία, αλλά και όσοι τυχαίνει να περνούν την καμπή που κάνει η οδός Ευριπίδου για να συναντήσει την οδό Δραγατσανίου και την πλατεία Κλαυθμώνος. Παραδόσεις, δοξασίες και θαυμάσιοι θρύλοι διασώθηκαν από τους λαογράφους μας. Από την εποχή του Ομήρου έως τις ημέρες μας, όλο και κάποια ιστορία γεννούσε η λαϊκή φαντασία και εισέπραττε η παιδική ψυχή για να διαιωνίσει την πληροφορία.

Μία λεύκα στην περιοχή αυτή φύτεψε πρώτος, στις αρχές του 20ού αιώνα, ένας Αθηναίος οδοντογιατρός, ο Χρήστος Δ. Σχοινάς[6]. Είχε γεννηθεί στην πρωτεύουσα το 1869 και ήταν εξ εκείνων που απολάμβαναν τις ομορφιές της αττικής φύσης. Στις αρχές του 20ού αιώνα άρχιζε η μόδα των εκδρομών και μία παρέα νέων ανέβηκε για διασκέδαση στη Μονή της Πεντέλης. Ανάμεσά τους ο οδοντογιατρός, ο Νίκος Μωραΐτης ή Κουρασάνας, ο γνωστός αργότερα τενόρος αλλά και ο καφετζής που είχε στην πλατεία Αγίων Θεοδώρων το καφενείο το «Τίνιον» (Τήνιον).

Γειτονιά και κοκκινέλι

Η παρέα έμεινε όλη τη νύχτα στη Πεντέλη, έψησε το αρνί της στη σούβλα και γλέντησε. Φεύγοντας το πρωί από το Μοναστήρι, ο οδοντίατρος έβγαλε μια μικρή λεύκα από τον περίβολο και την πήρε μαζί του. Έφτασαν στην πλατεία Αγίων Θεοδώρων και τους υποδέχθηκαν με χαμόγελα οι γείτονες. Ανάμεσά τους και ο ιερέας της εκκλησίας, ο καταγόμενος από τη Γορτυνία Ιωάννης Μαρτίνος, αργότερα Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως. Ήταν η γειτονιά των εφημερίδων, οπότε τους καλωσόρισαν και πολλοί άνθρωποί τους, όπως ο Ευστ. Πονηρόπουλος, διευθυντής των «Φίλων του Λαού», ο Ι. Φέρμπος, αρχισυντάκτης της «Νέας Εφημερίδος», ο τυπογράφος Ι. Φέξης κ.ά[7].

Το κοκκινέλι και η ρετσίνα είχαν καταλάβει τη θέση τους στα χαμόγελα της παρέας που θορυβούσε ευχάριστα και χόρευε. Τότε, πάνω στο κέφι, ο οδοντογιατρός φύτεψε τη λεύκα, έχοντας από πάνω τον γιατρό Λούη να λέει στον παπά να κάνει και ένα ευχέλαιο! Περνούσε και ο υπασπιστής του βασιλιά Τιμολέων Βάσσος με τον εκδότη της εφημερίδας «Ακρόπολις». Είδαν το… πανηγύρι και κοντοστάθηκαν να απολαύσουν το γεγονός. Τσούγκρισαν τα ποτήρια και φύτεψαν τη λεύκα, την οποία ανέλαβε να φροντίζει ο καφετζής.

Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων, διακρίνεται η λεύκα (αρχές 20ού αιώνα).
Φωτογραφικό αρχείο Μουσείου Μπενάκη.

Δένδρο Τηνιακό

Μεγάλωσε η λεύκα και έριχνε τη σκιά της στους περαστικούς και στους πελάτες. Κάποτε ο οδοντογιατρός παντρεύτηκε και έφυγε από την Αθήνα. Όταν όμως έμαθε ότι το 1939 γινόταν εκστρατεία πρασίνου θυμήθηκε τη λεύκα του και ζήτησε με επιστολή του σε μια εφημερίδα να μάθει τι είχε απογίνει. Η συνέχεια υπήρξε εντυπωσιακή και μας παραδόθηκε μέσω των στηλών των εφημερίδων. Μας την παρέδωσε ένας Τηνιακός που δούλευε το περίπτερο το οποίο είχε εγκατασταθεί στην πλατεία από το 1920. Ο τραυματίας των βαλκανικών πολέμων Κωνσταντίνος Παρασκευάς ήταν ο περιπτεράς που αποκάλυψε πως ο προκάτοχός του Δ. Μανέλας φρόντιζε την λεύκα[8].

Αλλά το δένδρο ξεράθηκε το 1930, γιατί πέρασαν από κάτω τα καλώδια της γειτονικής Ηλεκτρικής Εταιρείας. Επειδή όμως θεωρούσε ο περιπτεράς το δένδρο Τηνιακό, ανέλαβε να το αντικαταστήσει. Αγόρασε λοιπόν μια νέα λεύκα και τη φύτεψε στο ίδιο μέρος το 1931[9]. Σε λίγα χρόνια το δένδρο είχε μεγαλώσει και συντρόφευε πάλι πελάτες και περαστικούς. Κανείς δεν γνωρίζει σήμερα, εάν η λεύκα που βρίσκεται στην πλατεία των Αγίων Θεοδώρων είναι εκείνη που φυτεύτηκε το 1931. Το σίγουρο είναι πως συνεχίζει μία λεύκα να συντροφεύει περαστικούς και πελάτες θυμίζοντας πως κάποτε εκεί βρισκόταν το σημαντικότερο στέκι των Τηνιακών στην Αθήνα!

Πρώτες δημοσιεύσεις:

Εφημερίδα «Δημοκρατία» 7 Ιουλίου 2015

Εφημερίδα «Δημοκρατία» 18 Φεβρουαρίου 2019

Εφημερίδα «Εστία» 12 Μαρτίου 2022

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο ναΐσκος των Αγίων Θεοδώρων και η ηρωική μάχη στον Ανάλατο

ΠΟΛΗ

Μεταβείτε στο άρθρο: Ο ναΐσκος των Αγίων Θεοδώρων και η ηρωική μάχη στον Ανάλατο

Αϊ Γιώργης Λυκαβηττού: Ο ανακαινιστής Γ. Κορομηλάς

ΝΑΟΙ-ΜΟΝΕΣ

Μεταβείτε στο άρθρο: Αϊ Γιώργης Λυκαβηττού: Ο ανακαινιστής Γ. Κορομηλάς

O Άγιος Ιωάννης Γαργαρέττας και η κόρη του Ιωάννη Μακρυγιάννη

ΝΑΟΙ – ΜΟΝΕΣ

Μεταβείτε στο άρθρο: O Άγιος Ιωάννης Γαργαρέττας και η κόρη του Ιωάννη Μακρυγιάννη