Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οπωσδήποτε προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον η καταγραφή και δημοσίευση περιστατικών και άγνωστων πτυχών από τη ζωή δημοφιλών πρωταγωνιστών του ελληνικού θεάτρου και του κινηματογράφου του 20ού αιώνα. Επιλέγουμε λοιπόν, λόγω των εορταστικών ημερών, να ανασύρουμε πληροφορίες για τις χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις ορισμένων εξ αυτών. Αναμνήσεις που έμειναν αξέχαστες για τους πρωταγωνιστές τους και συνδέονται με το θεατρικό τους παρελθόν και τη δημιουργική παρουσία τους στην ελληνική σκηνή.
Μια περίεργη σύμπτωση θέλησε το θεατρικό ντεμπούτο του Αλέξη Μινωτή να γίνει Χριστούγεννα στην επαρχία και συγκεκριμένα στην Τρίπολη της Αρκαδίας. Εκεί παρουσιάστηκε με τον θίασο της Χριστίνας Καλογερίκου και του Μάριου Παλαιολόγου στο θέατρο «Μαλλιαροπούλου», το οποίο είχε ανεγερθεί το 1910 με δαπάνες του ιατρού και πολιτικού Ιωάννη Μαλλιαρόπουλου [1].
Για τον Δημήτρη Χορν η πιο όμορφη και συγκινητική χριστουγεννιάτικη ανάμνηση συνδεόταν με τη συμμετοχή του σε μια θεατρική παράσταση στη Σχολή Αηδονοπούλου, όπου φοίτησε τα μαθητικά του χρόνια. Υποδυόταν τον έναν από τους τρεις μάγους που πήγαιναν να προσφέρουν τα δώρα τους στη φάτνη της Βηθλεέμ. Όμως την ώρα που εξελισσόταν η σκηνή, τα έχασε και εγκατέλειψε την εκδήλωση. Όταν επέστρεψε στο σπίτι του, βρήκε τον πατέρα του Παντελή Χορν, έναν από τους δημιουργικότερους πνευματικούς παραγωγούς που γνώρισε το ελληνικό θέατρο, ο οποίος τον προέτρεψε να γυρίσει πίσω στο σχολείο του, ακόμη κι αν πίστευε πως δεν θα ήταν καλός[2].
Όσο για τον Δημήτρη Μυράτ, η σίγουρα πιο αξέχαστη, όχι όμως και ομορφότερη, ανάμνηση προέρχεται από τα Χριστούγεννα που ήταν φοιτητής στο Βερολίνο στα προ χιτλερικά χρόνια. Έμενε δύο βήματα από την περίφημη λεωφόρο Κουρφίρστενταμ, έναν από τους ωραιότερους δρόμους της Ευρώπης. Κάτω ακριβώς από το σπίτι του υπήρχε ένα υποκατάστημα μεγάλων υποδηματοποιείων με υπαλλήλους κάποιες τρισχαριτωμένες Γερμανιδούλες με τις οποίες φλέρταρε[3].
Το βράδυ λοιπόν των Χριστουγέννων είχε κανονίσει να μαζευτούν με κάποιους φίλους του σε ένα φιλικό σπίτι. Η εθιμοτυπία επέβαλλε σμόκιν, το οποίο συνόδευσε με πουκάμισο με σπαστό κολλάρο που ήταν της μόδας και δύο διαμαντένια κουμπάκια που του είχε εμπιστευθεί ο πατέρας του, δώρο προς αυτόν του Ίωνος Δραγούμη. Στο τέλος φόρεσε μαύρο παλτό με άσπρο μεταξωτό φουλάρι και κατέβηκε στον δρόμο καμαρωτός – καμαρωτός για να πάρει το λεωφορείο.
Θεώρησε όμως χρέος του να χτυπήσει το τζάμι της βιτρίνας του υποδηματοποιείου για να τον προσέξουν τα κοριτσόπουλα. Πράγματι αυτά έτρεξαν και βγήκαν στην πόρτα να τον χαιρετήσουν. Καθώς όμως εκείνος έφευγε, γλίστρησε και χώθηκε με το κεφάλι ως τη μέση σε ένα βουναλάκι χιονιού που είχαν στοιβάξει οι καθαριστές σε μια γωνία του πεζοδρομίου. Τα κορίτσια, όπως ήταν φυσικό, ξεκαρδίστηκαν με το χριστουγεννιάτικο απρόοπτο. Δεν ίσχυσε όμως το ίδιο και για τον νεαρό, ο οποίος ντροπιασμένος και λερωμένος κλείστηκε στο σπίτι του και πέρασε τα πιο θλιβερά του Χριστούγεννα.
Για την αγαπημένη ηθοποιό Τζένη Καρέζη από τα πιο αλησμόνητα Χριστούγεννα ήταν του 1960, όταν βρισκόταν σε τουρνέ στη Λάρισα μαζί τον Νικόλαο Βασταρδή. Τα κεραμίδια του θεάτρου που έδιναν τις παραστάσεις ήταν της κακιάς ώρας. Κάποια μέρα λοιπόν που έβρεχε άρχισαν να μπαίνουν νερά στο σημείο του έργου που η Τζ. Καρέζη έλεγε στον Ν. Βασταρδή ότι «η αγία ηγουμένη Ρουμπίνα μου είπε να σας πως ότι είδε ένα φίδι. Τι θέλετε εσείς να της πω;». Εκεί ο ηθοποιός δεν κρατήθηκε κα φώναξε: «Να πήτε να διορθώσουν τα κεραμίδια γιατί βρεχόμαστε»[4]. Το τι έγινε δεν περιγράφεται…
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 27 Δεκεμβρίου 2022




