ΕΥΕΡΓΕΤΙΚΗ ΕΠΑΝΟΔΟΣ[1]
Ἡ Ἀθήνα γέμισε νοικιαστήρια. Μονοκατοικίες, πολυκατοικίες, ἀνώγεια, ὑπόγεια, μάντρες, παρουσιάζουν τὸ θέαμα σπασμένων κεφαλιῶν, μ’ ἕνα καὶ δύο καὶ τρία τέτοια τσιρότα. Ἄλλα τυπωμένα κι’ ἄλλα χερόγραφα, ποὺ μὲ τὶς ἀνορθογραφίες τους καταγγέλλουν δημοσίᾳ τὴν τραγικὴν ἀπουσία κατωτέρας ἐκπαιδεύσεως. Ἐξ ἄλλου στὶς στῆλες τῶν ἀγγελιῶν βρυάζουν οἱ προσφορές. Πρὸ δύο, τριῶν ἐτῶν δὲν εὕρισκε κανεὶς παρὰ μόνο γκαρσονιέρες. Οἱ ἰδιοκτῆται ὅμως ἐπείσθησαν, στὸ μεταξύ, φαίνεται, ὅτι ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι ἐκτὸς τῶν γλεντζέδων. Καὶ σκάρωσαν σπίτια καὶ γιὰ τὶς ἐπίλοιπες συνομοταξίες τῶν κατοίκων, Ἀλλά, θεέ! Τί μπόϋκοτ στὰ παιδιά! Ὅταν παρουσιασθῆτε ὡς ἐνοικιαστὴς ἡ πρώτη ἐρώτησις εἶνε:
― Παιδάκια;
Καὶ σᾶς τὸ λένε μὲ τρόπο ἐνθαρρυντικὸ γιὰ νὰ ἐκμαιεύσουν μιὰ εἰλικρινῆ ἀπάντησι. Ὅταν τοὺς πῆτε ὅτι ἔχετε πάνω ἀπὸ δύο συνοφρυώνονται ἀμέσως:
― Θὰ σᾶς ἀπαντήσουμε αὔριο!
Καὶ σᾶς ἀπαντοῦν ὅτι… δυστυχῶς τὸ σπίτι νοικιάστηκε. Ἐδιάβασα προσεκτικὰ –ἂν καὶ δὲν ἔχω παιδιὰ– τὸν «ὁδηγὸ τοῦ πολυτέκνου» ποὺ εἶχε τὴν καλὴν ἔμπνευσιν νὰ ἐκδώσῃ κάποιος τελευταίως. Ἀλλὰ δὲν εἶδα νὰ λέῃ πουθενὰ μὲ τί μέσον μπορεῖ ἕνας πατέρας νὰ μαλάξῃ τὴν παιδοφοβία τῶν ἰδιοκτητῶν. Δὲν εἶδα πουθενὰ νὰ ἐξηγῇ πῶς μποροῦν νὰ συμβιβασθοῦν οἱ διάφορες ἐνθαρρύνσεις ποὺ δίνει τὸ κράτος στὴν πολυτεκνία μὲ τὸ διωγμὸ αὐτὸν τοῦ παιδιοῦ ἐκ μέρους τῆς ἰδιοκτησίας. Γιατί πρόκειται περὶ διωγμοῦ, ἀφοῦ προτιμοῦν νὰ μένουν τὰ σπίτια τους ξενοίκιαστα παρὰ νὰ βάλουν παιδιά. Ὡστόσο ἡ πληθώρα τῆς προσφορᾶς ἐβοήθησε τὴν εὐεργετικὴ ἐπάνοδο τῆς σεπτεμβριανῆς μετοικεσίας, αὐτῆς τῆς προσφιλεστάτης συνηθείας τῶν παληῶν Ἀθηναίων. Τὴ λέω εὐεργετικὴ γιατί ἀποτελεῖ θαυμασίαν ἀσφαλιστικὴ δικλεῖδα κατὰ τῆς ἀνίας καὶ τῆς πλήξεως ποὺ μαστίζει τὴ μικροαστικὴ ζωή. Ξέρω νοικοκυρές, ποὺ ὅσο κρατοῦσε ἡ κρίσις τῆς στέγης καὶ τὸ ἐνοικιοστάσιο, ξέσπαζαν στὰ ἔπιπλα. Τὰ μετέθεταν ἀπὸ κάμαρη σὲ κάμαρη κι’ ἀπὸ τοῖχο σὲ τοῖχο γιὰ νὰ δημιουργήσουν γύρω τους τὴν ἐντύπωσι τοῦ καινούργιου.
― Πῶς νὰ περάσῃ κανεὶς μιὰ ὁλόκληρη ζωή, Θεέ μου –ἔλεγε, ἀναστενάζοντας μιὰ νοικοκυρούλα– στὸ ἴδιο σπίτι, μὲ τὰ ἴδια ἔπιπλα, τὰ ἴδια ζητήματα!…
Ἡ πρώτη Σεπτεμβρίου λύει προσωρινῶς τὸ δράμα. Ἡ ἀλλαγὴ σπιτιοῦ δημιουργεῖ, γιὰ λίγον καιρό, τὴν παραίσθησι μιᾶς διαφυγῆς – μιᾶς καινούργιας ζωῆς. Ὁ νέος δρόμος, νέα γειτονιά, μὲ τὰ φρέσκα πρόσωπα, τὰ νέα ἐνδιαφέροντα καὶ τὰ νέα κουτσομπολιά, εἶνε ἀποτελεσματικὸς ἀντιπερισπασμὸς στὸ καθεστὼς τῆς μονοτονίας τόσων ὑπάρξεων ποὺ βράζουν μὲ τὸ λαδάκι τους σὰν τὶς μαρίδες στὸ τηγάνι. Ὁ κλασικὸς μπουφὲς τῆς ἀστικῆς τραπεζαρίας παίρνει ἄλλη θέσι˙ οἱ γλάστρες μὲ τὰ μαραζωμένα λουλουδάκια προβάλλουν ἀπὸ ἄλλο μπαλκονάκι˙ τὰ μάτια βλέπουν ἀπὸ ἄλλα παράθυρα ἄλλες στέγες καὶ ἄλλα τοπεῖα. Καὶ ἡ φτωχὴ ψυχή, ποὺ πιστεύει πὼς ἡ φυλακὴ της εἶνε τὸ ὑλικό της πλαίσιο μονάχα, αἰσθάνεται κἄποιο ἀεράκι ἀπολυτρώσεως.
Ἀκόμα κι’ ἡ φωνὴ τοῦ καναρινιοῦ, ὁ σκληρός, μηχανικὸς κελαϊδισμός του, μοιάζει σὰν κἄτι καινούργιο καὶ ἀπρόοπτο, καθὼς κυλάει ἀπὸ τὸ κλουβάκι στὸ καινούργιο μικρὸ χώλ. Ἡ σεπτεμβριανὴ μετοικεσία εἶνε ἀπὸ τὶς ἀθωότερες ἐκφράσεις τοῦ μπυβαρισμοῦ. Ἡ παληὰ Ἀθήνα ποὺ τὴν ἐφήρμοσε μὲ ὁμαδικὴ μανία εἶχε βρῇ σ’ αὐτὴν ἕνα μέσο ἀνακουφίσεως. Προσωρινό, θὰ μοῦ πῆτε. Γιατὶ τὸ θέλγητρο τοῦ καινούργιου τρίβεται τόσο γλήγορα ὅταν ἡ πηγή του δὲν εἶνε μέσα μας. Πρὶν ἡ χρονιὰ τελειώσῃ τὰ πάντα ἔχουν γίνῃ ἀφόρητη κοινοτοπία. Οἱ ἴδιες φωνὲς τοῦ δρόμου, τὴν ἴδια ὥρα˙ οἱ ἴδιες προσόψεις ἀντίκρυ, τὰ αὐτὰ πρόσωπα, ἡ ἴδια φωνὴ τοῦ καναρινιοῦ.
― Μενέλαε, πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ φύγουμε ἀπ’ αὐτὸ τὸ σπίτι! Ὁ νεροχύτης εἶνε ἐλεεινός, τὸ πλυσταριὸ ἀνάβολο, τὸ δωμάτιο τῆς ὑπηρεσίας μικρό, οἱ σκάλες πολλές, τὸ χὼλ ἄθλιο, καμμιὰ θέα τῆς προκοπῆς κι’ ἡ γειτονιὰ ἀπαισία! Μὰ ποῦ τὸ βρῆκες καϋμένε!
― Μὲ συγχωρεῖς πολύ! Σ’ ἔφερα καὶ τὸ εἶδες δυὸ φορές˙ καὶ ἤσουν κατενθουσιασμένη!
― Κατενθουσιασμένη! Ὄχι, δά!… Τὸ βρῆκα ἁπλῶς καλούτσικο.
Ἡ γκρίνια ὅμως δὲ βαστάει πολύ. Εὐτυχῶς ὑπάρχουν τόσα ἐνοικιαστήρια. Μιὰ μετακόμισις καὶ ἡ ἰσορροπία ἀνανεώνεται μέχρι νεωτέρας διαταγῆς. Εἶνε μικρὴ εὐεργεσία; Μιὰ πετυχημένη μετακόμισις ἀποσοβεῖ πολλὲς φορὲς ἕνα συζυγικὸ δράμα ἢ ἕνα διαζύγιο.
ΦΟΡΤΟΥΝΙΟ
[1] Σπύρος Μελάς (Ψευδ. «Φορτούνιο»), «ΕΥΕΡΓΕΤΙΚΗ ΕΠΑΝΟΔΟΣ», εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 29 Αυγούστου 1934, σελ. 1.