Έχουν και τα σχολικά θρανία τη δική τους ιστορία

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

 

Tύποι θρανίων του 1898.

 Όπως τα σχολεία έτσι και τα θρανία έχουν τη δική τους πλούσια ιστορία. Όλοι, άλλος λίγο και άλλος πολύ, έχουμε ακουμπήσει σ’ αυτά κομμάτι από τη ζωή μας. Αξίζει λοιπόν τον κόπο να ασχοληθούμε με το παρελθόν τους και τον τρόπο που καθιερώθηκαν στη σχολική ζωή. Εξάλλου, μια συλλογή κειμένων που έχουν παραχθεί για τα θρανία θα έφερνε στην επιφάνεια άγνωστο φιλολογικό πλούτο πλημμυρισμένο από αναμνήσεις, χαρές και λύπες. Όποιος θελήσει να αναζητήσει πότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από έλληνες το θρανίο, πρέπει να ανατρέξει στα χρόνια λίγο πριν από την Επανάσταση του 1821. Όταν ο Γεώργιος Γεννάδιος βρέθηκε στο Βουκουρέστι για την αναδιοργάνωση της Σχολής της πόλης, προσκεκλημένος του ηγεμόνα Αλέξανδρου Σούτσου. Εκείνος για πρώτη φορά σήκωσε τα παιδιά από τα ψαθιά και το πάτωμα όπου κάθονταν σταυροπόδι και τα έβαλε σε θρανίο.[1]

«Φουστανάκι στα θρανία…»

Εκεί στα θρανία ακουμπήσαμε τις ανησυχίες, τις αταξίες, τα όνειρα και τις επιδιώξεις μας. Άλλοι και άλλες ερωτεύθηκαν, αρκετοί κοπίασαν να γράψουν επάνω το όνομά τους, ορισμένοι αδιαφόρησαν, αλλά όλοι κράτησαν στην ψυχή και τη σκέψη τους αναμνήσεις. Η χαρά του θρανίου, η τυραννία του θρανίου, ο αποχαιρετισμός του θρανίου αλλά και το θρανίο αυτό καθ’ αυτό ως σχολικός εξοπλισμός έχουν απασχολήσει ειδικούς και μη. Τραγουδούσε ο στιχοπλόκος Α. Αναπλιώτης κάποιον προπολεμικό Σεπτέμβριο το «Φουστανάκι στα θρανία…»:[2]

«Φουστανάκι στα θρανία… / Πρώτη κι άγνωστη αγωνία… / Τάχα πόσα χρόνια νάναι; / Τάχα πόσων χρόνων νάμαι…»! Ύστερα θυμόταν πως «Κάποια μέρα, κάποια μέρα / Κάποια νόστιμη μητέρα⋅ / Μας την έφερε κει πέρα⋅ / τη μικρή της θυγατέρα, / Με το κοντοφουστανάκι⋅ / Το σφιχτό της το μπουστάκι⋅». Ήταν η εποχή κατά την οποία κάποιες μαθήτριες ιδιωτικού σχολείου του Πειραιώς εξέδιδαν και το μηνιαίο μαθητικό περιοδικό «Η ζωή του Θρανίου».

Ας εξετάσουμε όμως τα θρανία και από την τεχνική τους πλευρά. Τότε που έγινε η μεγάλη τομή, όπως και στα κτίρια των δημοτικών σχολείων, το 1898, με πρωτοβουλία επίσης του νομομηχανικού Δ. Καλλία. Αφού σχεδίασε τον τύπο των κτιρίων φρόντισε να σχεδιάσει και τον εξοπλισμό, δίνοντας το κύριο βάρος στα θρανία. Τότε καθιερώθηκε ο δημοφιλέστερος και πιο μακρόβιος τύπος θρανίου. Στην εισηγητική του έκθεση προς τον βασιλιά, ο υπουργός Παιδείας Αντώνιος Μομφεράτος (1852-1924), έγραφε το 1898 πως μπορεί να ανεγείρονταν τα κατάλληλα κτίρια αλλά για λόγους υγιεινής απαιτείτο και η κατασκευή κατάλληλων θρανίων.

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός πως εκείνη την εποχή, ο υπουργός έκανε λόγο για ανάγκη προσοχής στη φυσιολογία των παιδιών, προστασίας της σπονδυλικής τους στήλης, της ανάπτυξής τους κ.ά. «Προλαμβάνονται ασθένειαι και αιτίαι ασθενειών αν κατά την κατασκευήν των θρανίων τηρηθώσιν οι υπό των υγιεινολόγων, ιατρών και μηχανικών ορισθέντες κανόνες» έγραφε το πρωτοποριακό εκείνο βασιλικό διάταγμα. Ήταν ένας τύπος θρανίου αλλά με έξι διαφορετικές προδιαγραφές προσαρμοσμένες στο ύψος των μαθητών. Οι σωζόμενες λεπτομερείς περιγραφές είναι εντυπωσιακές. Εξάλλου, το κείμενο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Το ευρύ κοινό, στις αρχές του 20ού αιώνα, αποκαλούσε τα θρανία εκείνα «θρανία Πετρίτη», γεγονός που έχει προβληματίσει τους ερευνητές. Ωστόσο η απάντηση είναι απλή. Αντώνιος Πετρίτης ονομαζόταν ο επιχειρηματίας που έσπευσε να κατασκευάσει τα πρώτα θρανία με τις προδιαγραφές που όριζε ο νόμος. Αποσπώντας την έγκριση και την ευαρέσκεια της αρμόδιας επιτροπής του υπουργείου Παιδείας, έσπευδε να διαφημίσει τα προϊόντα του, παραδίδοντας το όνομά του στην αθανασία![3] Άλλοι πάλι, όπως ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, προτιμούσε να εξάρει το ρόλο που είχε διαδραματίσει ο υπουργός Παιδείας Δημήτριος Πετρίδης (1838-1896), ο οποίος μπορεί να είχες αποβιώσει πριν σχεδιασθούν τα νέα θρανία, αλλά είχε φροντίσει να προικίσει την χώρα με έναν σημαντικό περί δημοτικής εκπαιδεύσεως νόμο, βάσει του οποίου ιδρύθησαν δημοτικά σχολεία σε όλη την Ελλάδα.

Τάξη σε σχολείο θηλέων, περίπου 1915

Όσο για τα θρανία έγραφε ο Ζ. Παπαντωνίου, τον Αύγουστο του 1898, ότι «μετ’ ολίγον εις πυρ βάλλονται τα καμπουρωτικά των παίδων θρανία, αντικαθιστάμενα δια των “παιδαγωγικών θρανίων” τα οποία θα εγκατασταθούν εις τα νέα κτίρια. Επειδή τα σχέδια είχαν καταρτισθεί επάνω σε γερμανικά πρότυπα και εκείνη την εποχή (1898) επιβαλλόταν ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος, ο Ζ. Παπαντωνίου δεν παρέλειψε να προβεί και στο ανάλογο σχόλιο: «Εκ Γερμανίας μεν ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος, αλλά εκ Γερμανίας και το φως το παιδαγωγικόν. Εάν προ πολλού εφροντίζαμεν να δεχθώμεν το δεύτερον εις τα σχολεία μας, ίσως δεν θα εδεχόμεθα σήμερον το πρώτον εις τα τελωνεία μας»![4] Πάντως, τα σχεδιασμένα από τον Δ. Καλλία θρανία χρησιμοποιήθηκαν για πολλές δεκαετίες και αποσύρθηκαν σταδιακά, σχεδόν στο σύνολό τους τη δεκαετία του 1970. Ωστόσο, σε αρκετά δημοτικά σχολεία διατηρήθηκαν μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Αντικαταστάθηκαν δε, από τα μικρά επιμήκη αυτόνομα τετράποδα θρανία και τις επίσης αυτόνομες καρεκλίτσες τους.

Τα θρανία έχουν συνδεθεί με την προσωπική ιστορία του καθενός αλλά και τη συλλογική μνήμη. Όπως συνέβη με την περίπτωση της Ορεστιάδας. Φεύγοντας το 1923 οι κάτοικοι από τον τόπο τους, την Παλαιά Ορεστιάδα (Καραγάτς), πήραν μαζί και τα θρανία του σχολείου! Με πρωτοστάτη τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο Βαρβάκη, τα μετέφεραν ως σχολικούς βωμούς στον τόπο της μετεγκατάστασής τους, στη Νέα Ορεστιάδα. Τα χρησιμοποίησαν στο νέο διδακτήριο που ανεγέρθηκε. Πάνω στα θρανία ήταν χαραγμένες αναμνήσεις συγκινητικές, χρονολογίες αλησμόνητες, ονόματα μαθητών. — Απ’ εδώ επέρασε η ελληνική ψυχή, έλεγε ο διευθυντής του σχολείου Κ. Βουγιουκλίδης, από τους παλαιούς δασκάλους της Αδριανούπολης. Θυμόταν τα σκλαβωμένα Ελληνόπουλα που ζούσαν στα θρανία τα παιδικά τους χρόνια, βλέποντας το όνειρο της ελευθερίας να γεννιέται και να ξαναχάνεται για πάντα.[5]

Αίθουσα διδασκαλίας (1910)

Στα μεταπολεμικά χρόνια, όταν πλέον είχε αποκατασταθεί η τάξη και η ζωή έπαιρνε φυσιολογικούς ρυθμούς εμφανίσθηκε (1963) και η κινηματογραφική ταινία «Χτυποκάρδια στο θρανίο» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία θριάμβευσε τόσο στην ελληνική όσο και στην τουρκική εκδοχή του έργου. Ωστόσο η τελευταία ποτέ δεν προβλήθηκε στην Τουρκία, αφού προέκυψε ελληνοτουρκικό πολιτικό πρόβλημα. Την ίδια χρονιά, δηλαδή το 1963, οι ανάγκες σε θρανία ήταν πλέον ιλιγγιώδεις. Είχε καθιερωθεί παντού ο διθέσιος τύπος θρανίων και παρουσιάζουν ενδιαφέρον ορισμένα επίσημα στατιστικά στοιχεία από τον ήδη λειτουργούντα Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων.

Ο αριθμός των μαθητών της στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης ανερχόταν σε 1.250.000, γεγονός που σήμαινε ότι απαιτούνταν περίπου 650.000 διθέσια θρανία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα παιδιά των νηπιαγωγείων ή της τεχνικής και ανωτάτης εκπαίδευσης. Μία απογραφή αποκάλυψε πως έλειπαν από τα Γυμνάσια 40.500 θέσεις θρανίων και από τα Δημοτικά άλλες 128.000 θέσεις. Δηλαδή έλειπαν εντέλει 82.250 διθέσια θρανία, τα οποία αντιστοιχούσαν στο 13% των θρανίων τα οποία υπολογιζόταν ότι χρειάζονταν τα σχολεία. Στα στοιχεία αυτά έπρεπε να προστεθεί και το γεγονός πως το 83% των θρανίων ήταν ακατάλληλα και έπρεπε να αντικατασταθούν. Βάσει μελέτης του Οργανισμού με τον ρυθμό που προχωρούσε η χρηματοδότηση απαιτούνταν τρεις δεκαετίες για να αντικατασταθεί το σύνολο. Όπως και πράγματι έγινε!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Σχολικά βιβλία, φροντιστήρια και σχολικά κτίρια τον 19ο αιώνα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (ΣΧΟΛΕΙΑ)

Μεταβείτε στο άρθρο: Σχολικά βιβλία, φροντιστήρια και σχολικά κτίρια τον 19ο αιώνα