Η ΠΙΣΤΙΣ

(Μεγάλη Εβδομάδα 1941)

Του Νικολάου Πετιμεζά Λαύρα

«Μετά τη λειτουργία», Θεόδωρος Ράλλης (1890).

Η γρηούλα έτρεμε με κάθε δόνησιν, προερχομένην από τα πυροβόλα της αεραμύνης. Είχε μαζευθή όσο μπορούσε καθισμένη σε μια γωνία του καταφυγίου και εσταυροκοπείτο διαρκώς. Επέρασε, προ εβδομάδος, της πέντε ώρες της νυκτός με μόνην τροφήν λίγο ψωμάκι και πέντε εληές. Έτρεμε… έτρεμε, καθώς τρέμουν για την ζωήν των όλοι οι γέροι του κόσμου, θεωρούντες την ύπαρξίν τους πολυτιμοτέραν από κάθε τι άλλο εις τον κόσμον. Πρώτη και καλλίτερη ευρίσκετο παρούσα εις το καταφύγιον, μόλις η πρώτη μακρυνή σειρήν έστελλε τους απαισίους ήχους της.

Από προχθές, λοιπόν, η γρηούλα έχει χαθή. Δεν έκαμε την εμφάνισίν της ούτε τας πρωϊνάς, ούτε τας απογευματινάς ώρας, ούτε και τας βραδυνάς, κατά τας συντόμους σημάνσεις συναγερμών. Όλοι ρωτούσαν: «Τι να γίνεται η γρηά;…», που είχε καταντήσει μία φυσιογνωμία αναπόσπαστος με την εικόνα του καταφυγίου.

– Θ’ αρρώστησε…!, είπαν μερικοί.

– Ίσως και να…, είπαν άλλοι.

Μία υπηρετριούλα, όμως, που της εχρησίμευεν ως οδηγός και την υπεστήριζε εις τα ταξίδια αυτά, μεταξύ κατοικίας της και καταφυγίου, εδήλωσεν, ότι είνε πολύ καλά εις την υγείαν της.

-Αμ’ τι γίνεται τότε;…, ηρώτησαν μερικοί περίεργοι.

Η μικρή αμέσως έδωσε πληροφορίας. Επρόσθεσε δε, ότι δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι είμαστε σε Μεγάλη Εβδομάδα, ότι η εκκλησίες λειτουργούν και ότι το μοναδικόν καταφύγιον της γρηάς, αντί του τσιμεντοσκεπούς εκείνου υπογείου, έγινεν ο μικρός ναός της συνοικίας – εκεί που είχε το καταφύγιόν της εβδομήντα τόσα χρόνια και ότι δεν εννοούσε, ο κόσμος να καίεται, αυτή να μη ακολουθήση όλους τους όρθρους και τους εσπερινούς και τ’ απόδειπνα, καθώς και τα Πάθη και τα Ευαγγέλια και τους Ύμνους του Επιταφίου. Όταν κάποτε της είπαν ν’ ακολουθήση τους λοιπούς, κατά την εκκένωσιν του ναού, μόλις εσήμανε συναγερμός, εκύτταξε παράξενα τον εκκλησιάρην και του είπε με απότομον ύφος:

-Δεν ντρέπεσαι και του λόγου σου να μη πιστεύης σε τούτο το καταφύγιό μας; Η πίστη μας είνε τσιμέντο, καϋμένε! Δεν το τρυπάνε η μπόμπες ούτε των κανονιών τα κομμάτια!…

-Ε, τώρα, παιδιά μου, πλιο… είμαι έτοιμη. Ό,τι είνε να γίνη ας γίνη… Ξωμολογήθηκα, μετάλαβα και πήρα και ευχή! Είμαι έτοιμη!