Ο διαχρονικός εφιάλτης των αστικών θορύβων

Η πρώτη εγκύκλιος εκδόθηκε στα χρόνια της Επανάστασης (1826)!

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς 

Άποψη του Ναυπλίου (Carl Wilhelm Freiherr von Heideck, 1831).

Η Ελλάδα μπορεί να… υπερηφανεύεται για τα «μοναδικά» επιτεύγματά της στο θέμα του θορύβου. Είναι η μόνη χώρα που δεν έχει κατορθώσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, παρά το γεγονός ότι φαίνεται να πασχίζει επί δύο αιώνες! Φαντάζει απίστευτο αλλά είναι αληθινό. Η πρώτη εγκύκλιος που εκδόθηκε (1826) στο Ναύπλιο, επιχειρούσε να βάλει τάξη στα πράγματα. Τοιχοκολλήθηκε στους δρόμους και έγραφε:

«Η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος. Διά να φυλάττεται η ευταξία και ησυχία της Πόλεως διατάττει:

Α΄. Κανείς δεν έχει την άδειαν να πυροβολή τουφέκιον ή πιστόλιον ή κανέναν άλλο πυροβόλον όπλον, μάλιστα εν καιρώ νυκτός.

Β΄. Όλα τα εργαστήρια οφείλουν να κλείουν εις τας δύο ώρας της νυκτός. Γ΄. Όλα τα εργαστήρια χρεωστούν να έχουν εν φανάριον, και όλα ταύτα τα φανάρια εις τας δύο ώρας της νυκτός να εισί αναμμένα»!

Η εγκύκλιος του 1826.

Βέβαια υπήρχαν τότε και λόγοι τάξης και ασφάλειας που επέβαλαν τη λήψη μέτρων γι’ αυτό, στη συνέχεια, η ίδια εγκύκλιος ανέφερε:

«Δ΄. Από τας δύω ώρας της νυκτός έως τας τρεις έχει την άδειαν έκαστος, είτε ένοπλος, είτε άοπλος, να εξέρχεται εις τους δρόμους με φανάριον. Μετά δε τας τρεις της νυκτός δεν έχει την άδειαν, είτε χωρίς φανάριον, είτε με φανάριον, εκτός αποδεδειγμένης κατεπειγούσης ανάγκης.

Ε΄. Όστις απειθήσει θέλει τιμωρείσθαι με αυστηράν ποινήν.

ΣΤ΄. Η Γενική Αστυνομία και η Φρουρά της Πόλεως να ενεργήσουν την παρούσαν διαταγήν.

Εν Ναυπλίω την 30 Οκτωβρίου 1826. Ο Πρόεδρος».

«Δημόσιος κακοποιός…»

Από τότε χύθηκε άφθονο μελάνι. Ολόκληρους τόμους γεμίζουν οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που δημοσιεύθηκαν καθώς και τα κείμενα που παράχθηκαν, προκειμένου να αναδείξουν τις βλάβες που προκαλούν οι θόρυβοι στην ανθρώπινη υγεία και την όχληση προς το περιβάλλον. Αλλά σημασία έχει τα ευρώ να κυλήσουν στα ταμεία… «Αν ένα λεξικό έφτανε στο θήτα και μου ζητούσε τον ορισμό του θορύβου πόλεως, θα τον έγραφα ως εξής: “Δημόσιος κακοποιός που υποκρίνεται τον δημόσιον ευεργέτην”, έγραφε προπολεμικά ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου.

Συμπλήρωνε δε την άποψή του επισημαίνοντας ότι: «Οι θόρυβοι της πόλεως υποκρίνονται κάθε σκοπιμότητα και ωραιότητα: την τέχνη, την επιστήμη, την εργασία, την κοινωνική πρόνοια. Και πολλές φορές τη μουσική. Αυτά θα πήγαιναν μάλλον σε μια κοινωνία που βαρυακούει! Μια κοινωνία όμως που έχει αυτί, που μπορεί να ξεχωρίζη τους ήχους από τους κρότους, και τους κρότους πάλι από άλλους κρότους, κοινωνία με λεπτό το αισθητήριο της ακοής, με ευαίσθητο νευρικό σύστημα, κοινωνία που σκέπτεται, που εργάζεται, που βρίσκεται επομένως μέσα στον ευρωπαϊκό χάρτη, πρέπει να πάρη στάσιν αμύνης μπροστά στον εχθρό που λέγεται θόρυβοι της πόλεως».

Σφραγίδα της Προσωρινής Διοίκησης του Ναυπλίου.

Καταστροφή της υγείας

Περίπου εκατό χρόνια μετά την έκδοση εκείνης της πρώτης εγκυκλίου, το 1928, τη σκυτάλη πήρε η εφημερίδα «Εστία» κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου και επισημαίνοντας ότι: «ο θόρυβος αποτελεί σημαντικόν κίνδυνον διά την διανοητικήν και την σωματικήν ακόμη υγείαν των πολιτών και ότι καταστρέφει την αίσθησιν του ωραίου και του ευγενούς. Ο μέγας φυσιολόγος και υγιεινολόγος σερ Βενιαμίν Ρίτσαρνστον έγραφε πως θα παραστή, πιθανώς, ανάγκη, όπως αναμείνωμεν επί μακρόν την νομοθέτησιν υγιών αρχών περί δημοσίας υγιεινής, εφ’ όσον οι πολιτικοί αποδίδουν μεγαλειτέραν σημασίαν εις άλλα ζητήματα. Εν τούτοις δεν πρέπει να παραμελώμεν τίποτε, προκειμένου περί της προαγωγής των υγιεινών συνθηκών διαβιώσεως».

Και ενώ οδεύουμε προς συμπλήρωση δύο αιώνων από εκείνη την πρώτη εγκύκλιο της επαναστατικής περιόδου, η κατάσταση βαίνει προς το χειρότερο και οι διαμαρτυρίες απευθύνονται εις ώτα μη ακουόντων[1]!