Ο ευπατρίδης φιλότεχνος τραπεζίτης και Πρωθυπουργός Στέφανος Σκουλούδης

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

 

Σκουλούδης Στέφανος

Καταγόταν από τη Χίο, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1838, ενεγράφη στην Ιατρική Σχολή των Αθηνών αλλά δεν περάτωσε τις σπουδές του. Έγινε ένας από τους σημαντικότερους τραπεζίτες και πλουσιότερους Έλληνες και προσέφερε μοναδικές και άγνωστες στο ευρύ κοινό υπηρεσίες στην Πατρίδα. Πρόκειται για τον Στέφανο Σκουλούδη, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε βαθύ γήρας, τον Αύγουστο 1928. Ανάλωσε τη ζωή του στο καλό και αγαθό, πραγματοποίησε το όνειρό του που ήταν να εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα του ελληνικού βασιλείου και ασχολήθηκε με την εσωτερική καλλιέργεια και την Τέχνη. Διετέλεσε βουλευτής, υπουργός και πρωθυπουργός, κινούμενος πάντα με πατριωτικά κριτήρια, με ανιδιοτέλεια, και προσηλώθηκε στο συμφέρον του Έθνους.

«Τον εκτιμώ τοσούτον, ώστε θεωρώ ότι ολίγοι δύνανται να εξυπηρετήσωσιν εν τω εξωτερικών την Ελλάδα όπως δύναται να την εξυπηρετήση εκείνος» δήλωσε κάποτε στη Βουλή ο Χαρίλαος Τρικούπης αναφερόμενος στον Στ. Σκουλούδη. Διότι γνώριζε την προσφορά του κατά το 1877, ενόσω ήταν ακόμη πανίσχυρος τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη και στάλθηκε μυστικά από την Οικουμενική Κυβέρνηση σε εθνική αποστολή διαπραγματευόμενος για λογαριασμό της Ελλάδας το ζήτημα της Θεσσαλίας. Σημειωτέον ότι κατέβαλε εξ ιδίων τα έξοδα που απαιτούνταν, τόσο στην περίπτωση του 1877 όσα και αργότερα, όταν και η κυβέρνηση Αλέξανδρου Κουμουνδούρου τον χρησιμοποίησε γι’ αυτό τον σκοπό. Αυτή όμως ήταν μόνον μία πτυχή της φιλοπατρίας του.

Διότι, όπως αποκαλύπτουν τα αρχεία, υπήρξε ένας από τους βασικούς υποστηρικτές και κρυφούς χρηματοδότες της Κρητικής Επανάστασης (1866-67). Κυριολεκτικά κάτω από τη… μύτη του Σουλτάνου κατόρθωνε να διατηρήσει άσβεστη τη φλόγα των ελληνικών συμφερόντων λειτουργώντας με μυστικές οργανώσεις και έχοντας πάντα το βλέμμα στραμμένο στα συμφέροντα της χώρας του. Γι’ αυτό διεξήγαγε μυστικές διαπραγματεύσεις για λογαριασμό των ελληνικών κυβερνήσεων το 1886 και το 1912-13, σφραγίζοντας με την παρουσία του κρίσιμες φάσεις της ελληνικής ιστορίας. Ο βίος και η πολιτεία του δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί, παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε πλέον πλούσια αρχειακά στοιχεία. Το γεγονός οφείλεται, εκτός των άλλων, στον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του άνδρα.

Παραδοσιακός από ιδιοσυγκρασία, άκαμπτος και αμετακίνητος στις απόψεις του, υψηλόβαθμος τέκτων, υπηρέτησε την πλευρά των βασιλικών στη μεγάλη διαμάχη τους με τους βενιζελικούς. Ενόσω ακόμη μεγαλουργούσε ως τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη παρήγγειλε να ανεγείρουν το Μέγαρό του στην πλατεία Συντάγματος. Εκεί συγκέντρωνε όσους αφουγκράζονταν τους προβληματισμούς του, οργάνωνε τελετές και στέγαζε μοναδικές συλλογές πινάκων και έργων τέχνης. Εκπροσώπησε την οικονομική ολιγαρχία των ομογενών, που γιγαντώθηκε στα χρόνια του Χαρίλαου Τρικούπη και διατηρούσε στενούς δεσμούς με τον Ανδρέα Συγγρό. Το γεγονός αυτό προκαλούσε αντιδράσεις και δυσμενείς κρίσεις.

Από τη θέση του βουλευτή στον υψηλότερο θώκο

Εκλέχθηκε επανειλημμένα βουλευτής, χρημάτισε υπουργός Ναυτικών και Εξωτερικών επί Χαριλάου Τρικούπη και ανέλαβε την πρωθυπουργία το κρίσιμο εννιάμηνο από τον Οκτώβριο 1915 ως τον Ιούνιο του 1916. Ήταν ήδη 77 ετών και στην κυβέρνησή του συμμετείχαν όλοι οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης. Εκπροσωπώντας την πολιτική του Παλατιού και παρά την ηλικία του, δεν δίστασε να ορμήσει ακράτητος εναντίον των πρεσβειών της Αντάντ και να απειλήσει, διά πυρός και σιδήρου, Άγγλους και Γάλλους. Κατηγορήθηκε από τους βενιζελικούς για εσχάτη προδοσία και έφυγε από τη ζωή το 1928, αφού φρόντισε να κληροδοτήσει τις πολύτιμες συλλογές του στην Εθνική Πινακοθήκη. Η τραγική ειρωνεία ήταν ότι η έκθεση με τα έργα του εγκαινιάστηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Μέσω των ακινήτων και των επαύλεών του άφησε βαθύ το στίγμα του στην αττική γη. Το μέγαρό του στο Σύνταγμα κατεδαφίστηκε το 1934 και η έπαυλή του στη Φρεαττύδα κατεδαφίστηκε τη δεκαετία 1950 για τις ανάγκες ανέγερσης του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Μεταξά.