Ο φαντασμαγορικός μικρόκοσμος των ανδρείκελων του Ποντρέκα

Οι μαριονέτες που ξετρέλαναν τους θεατές κάθε ηλικίας το 1931

Γράφει ο Ελεθέριος Γ. Σκιαδάς

Ο Βιτόριο Ποντρέκα (1883-1959) και οι μαριονέτες του.

 H 21η Μαρτίου έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Κουκλοθεάτρου και δράττουμε την ευκαιρία να αναφερθούμε σε μία από τις σημαντικότερες περιπτώσεις που απασχόλησαν το ιδιαίτερο και πανάρχαιο αυτό είδος τέχνης τον περασμένο αιώνα.

Ήταν ο «μάγος» της μαριονέτας -των ανδρείκελων όπως τις αποκαλούσαν- και ονομαζόταν Βιτόριο Ποντρέκα (Vittorio Podrecca, 1883-1959). Καταγόταν από την Ιταλία και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Νομική ανέλαβε να διευθύνει περιοδικά πολιτισμού, κυρίως μουσικής, ενώ αργότερα διορίστηκε γραμματέας σε Ωδείο της Ρώμης. Το 1913, σε εποχή που ο κινηματογράφος και τα μιούζικ χολ κέρδιζαν διαρκώς θέση στις προτιμήσεις του κοινού, ο Β. Ποντρέκα θα ιδρύσει το Θέατρο Πίκολι (Teatro dei Piccoli). Δηλαδή, το «θέατρο των μικρών», το οποίο έγινε διάσημο σε όλο τον κόσμο και συνεχίζει έως σήμερα τις δραστηριότητές του.

Συγκίνηση και ενθουσιασμός

Το θέατρο του Πίκολι γεννήθηκε με αφορμή τις παιδικές αναμνήσεις του Ποντρέκα, ο οποίος παρακολουθούσε το θέαμα όταν ήταν παιδί στη Βενετία. Έτσι συγκέντρωσε γύρω του Βενετσιάνους παίκτες ανδρείκελων, οι οποίοι κλήθηκαν να μεταφέρουν την τεχνική τους δεξιότητα σε νέες συνθήκες. Ταυτοχρόνως, ο Ποντρέκα συγκέντρωσε γύρω τους γλύπτες, ζωγράφους, κωμωδιογράφους κ.ά., δημιουργώντας μία σκηνική πανδαισία.

Ακολούθησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι παραστάσεις διακόπηκαν για να επαναληφθούν, με μεγαλύτερη επιτυχία, το 1921. Ο θίασος γύρισε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική. Παντού συγκίνηση και ενθουσιασμός.

Στις αρχές της δεκαετίας 1930 το θέατρο του Ποντρέκα θα επισκεφτεί και την Αθήνα. Όπως ήταν φυσικό η υποδοχή του υπήρξε ενθουσιώδης. Ιδιαίτερος δε ήταν ο τρόπος με τον οποίο υποδέχθηκε η «Εστία» το θέαμα, ενημερώνοντας τους αναγνώστες περί τίνος επρόκειτο και προσκαλώντας τους ταυτόχρονα να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις. Το σχετικό σημείωμα στην εφημερίδα έγραψε ο σπουδαίος οικονομολόγος και Ακαδημαϊκός Ανδρέας Ανδρεάδης (1876-1935). Φιλότεχνος και κριτικός του θεάτρου είχε επιλέξει τις στήλες της εφημερίδος για να δημοσιεύει τις κριτικές του με το ψευδώνυμο «Αλκ»[1].

Teatro dei Piccoli

Το Θέατρο Πίκολι (Teatro dei Piccoli), του Β. Ποντρέκα.

Επιφυλασσόμενοι να προβούμε σε ιδιαίτερο αφιέρωμα για την σπουδαία αυτή προσωπικότητα, αρκούμεθα προς το παρόν να αναδημοσιεύσουμε το υπό τον τίτλο «Το Teatro dei Piccoli»: «Aπό ετών, τόσος λόγος εγίνετο εις τους θεατρικούς κύκλους περί του Θεάτρου των Μικρών, ώστε η περίφημος Μουσική Έκθεσις της Φραγκφούρτης (1927), ως αντελήφθην ιδίοις όμμασι, το περιέλαβεν εις το πρόγραμμά της. Η επίσημος αύτη επικύρωσις του καλλιτεχνικού χαρακτήρος του έργου του δρος Ποδρέκκα επεκροτήθη και υπό του κοινού όλων των μεγάλων πρωτευουσών, συμπεριλαμβανομένων και των κάπως βραδέων ν’ ασπαθούν ξένα θεάματα Παρισίων.

» Η δε παγκόσμιος αύτη αναγνώρισις είνε τελείως δικαιολογημένη, διότι ο Ποδρέκκα επραγματοποίησεν όντως σπουδαιοτάτην πρόοδον εις την τέχνην των ανδρεικέλων, εις την οποίαν ανέκαθεν άλλως επρώτευαν οι συμπατριώται του Ιταλοί. Η δε πρόοδος αύτη συνίσταται αφ’ ενός εις τέλειον συγχρονισμόν μεταξύ των κινήσεων των ανδρεικέλων και του τραγουδιού κρυμμένων ηθοποιών αφ’ ετέρου δε εις την ωραιότητα και την ακρίβειαν της σκηνοθεσίας, ως και την τελειότητα αυτών τούτων των ανδρεικέλων, άτινα είνε ενός μέτρου ύψους, άνθρωποι, δηλαδή, μάλλον ή κούκλες. Το βέβαιον δε είνε, ότι ποτέ άψυχες μαριονέττες δεν έδωσαν εις τοιούτον απίστευτον βαθμόν την εντύπωσιν ζωντανών ανδρών και γυναικών. Συνεχώς νομίζει κανείς πως έχει μπροστά του ένα καλογυμνασμένον θίασον παιδιών.

» Εις την ευχαρίστησιν των θεατών συντείνει και η άωρα ποικιλία του προγράμματος. Ούτω χθες μας εδόθησαν καλοτραγουδισμένα και συνωδευμένα καλήν ορχήστραν, αποσπάσματα του ιταλικού Barbiere, της αγγλικής Geisha και της ισπανικής Gran Via. Και το μελοδραματικόν αυτό μέρος επλαισιούτο από «νούμερα» τσίρκου ή μιούζικ χωλλ, το ένα διασκεδαστικώτερο από το άλλο.

» Το κοινόν έφυγε κυριολεκτικώς ενθουσιασμένον. Υπάρχει δε βεβαιότης, ότι το «Κεντρικόν» θα πλημμυρισθή κόσμου κατά τας βραδυνάς, όσο και τας απογευματινάς παραστάσεις, καθ’ όσον, όπως είπεν ο δρ Ποδρέκκα εις τον πρόλογόν του, ο θίασός του αποτείνεται εις παιδιά από 3 μέχρις 93 ετών. Όντως, ενώ διασκεδάζει τους μεγάλους, είνε ολίγα θεάματα, τα οποία μπορούν να καταλάβουν και να χαρούν παιδιά. Κατ’ εξοχήν λοιπόν spectacle de familles»[2].

 

Άρτια οργάνωση

«Ο Χορός των Απάχηδων» που παρουσιάστηκε στην Αθήνα. Σκίτσο διά χειρός του σπουδαίου Έλληνα ζωγράφου Μίμη Βιτσώρη.

Έτσι λοιπόν υποδεχόταν η «Εστία» το Θέατρο του Πίκκολι, το οποίο κυριολεκτικώς ξετρέλανε τους θεατές. Δόθηκαν αρκετές παραστάσεις, ορισμένες μάλιστα για πρώτη φορά. Όπως το ιταλικό μελόδραμα «Κρισπίνα λα Κομάρε», το ισπανικό μιμόδραμα «Κορίντα» και η οπερέτα «Ωραία του δάσους». Περιλαμβάνονταν όμως και διάφορα νούμερα και ακροβατικά γυμνάσματα. Η άρτια οργάνωση, η μουσική, οι θαυμάσιες κινήσεις και το πρωτόγνωρο κλίμα προκάλεσε ενθουσιασμό στο αθηναϊκό κοινό. Το θέατρο Πίκολι υποχρεώθηκε να παραμείνει περισσότερο από έναν μήνα, δίνοντας ακόμη και τρεις παραστάσεις ημερησίως στο θέατρο Κεντρικόν, αποσπώντας και θαυμάσιες κριτικές.

Πλήθος ανθρώπων, των πλέον διαφορετικών προτιμήσεων, βρέθηκαν στο θέατρο. Μικροί και μεγάλοι, νέοι και γέροι, μορφωμένοι και αγράμματοι, έζησαν το μοναδικό εκείνο θέαμα και ήταν από τις λίγες φορές που ήταν όλοι ικανοποιημένοι.

Μέχρι τότε είχαν υπόψη τους τα ανδρείκελα του Κονιτσιώτη, τα αποκαλούμενα νευρόσπαστα, δηλαδή ένα θέαμα το οποίο -κακώς- θεωρούνταν κατώτερο. Η διαφορά με τη νέα τέχνη ήταν ότι έφευγαν όμως από το θέατρο με ευχάριστη ψυχική διάθεση και θαυμασμό.

Έμενε στην ψυχή και τη σκέψη τους ο πλήρης συγχρονισμός και η αρμονία ήχου και κίνησης, όπως και η έκφραση της μάσκας του προσώπου κάθε κούκλας. Η μάσκα μιλούσε, γελούσε, έκλαιγε, απειλούσε και ονειροπολούσε. Η μάσκα έδινε ζωή στο άψυχο σώμα.

Από τα λυρικά ύψη της όπερας στο λαϊκό αστείο

Προσωπογραφία του Β. Ποντρέκα του Μίμη Βίτσωρη, με ιδιόχειρη αφιέρωση του Ιταλού καλλιτέχνη.

Στην Αθήνα έπαιξε και τον «Κουρέα της Σεβίλης», τον οποίο αγάπησαν ακόμη και οι αμύητοι στο θέατρο. Την επομένη οι εφημερίδες ανέφεραν πως οι κούκλες ήταν κάτι περισσότερο και από ανθρώπους και σατίριζαν με επιτυχημένο και καυστικό τρόπο.

Ο Κώστας Ουράνης έγραψε μία διθυραμβική κριτική: «Βλέποντας τον φαντασμαγορικό αυτόν μικρόκοσμο, ένιωθα μία χαρά διπλή και παράλληλη. Από το ένα μέρος ξαναζούσε μέσα μου το παιδί που υπήρξα κάποτε, κι απ’ το άλλο μέρος απολάμβανα τη χάρη, τη λεπτότητα, το χιούμορ και την αισθητική ποιότητα»[3]. Εντέλει όλοι συμφωνούσαν στον ορισμό που έδωσε ο Ποντρέκα, όταν ρωτήθηκε από Έλληνα δημοσιογράφο σχετικά με το ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας του: «Το ειρωνικό, λεπτό, πονηρό και άκακο σκώμμα, η μελαγχολική και κωμική φιλοσοφία που ανέβαζε τους θεατές πότε στα λυρικά ύψη της όπερας για να τους ξαναγυρίσει στο λαϊκό αστείο»[4]. Ο Β. Ποντρέκα έφυγε από τη ζωή στις 5 Ιουλίου 1959.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο κόσμος των παιχνιδιών

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Μεταβείτε στο άρθρο: Ο κόσμος των παιχνιδιών

Το Σινεάκ, που ταξίδευε μικρούς και μεγάλους σε άλλους κόσμους!

ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ (ΘΕΑΜΑΤΑ-ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΕΙΣ)

Μεταβείτε στο άρθρο: Το Σινεάκ, που ταξίδευε μικρούς και μεγάλους σε άλλους κόσμους!

Η «Διάπλασις των Παίδων» που μεγάλωσε πολλές γενιές Ελλήνων

ΤΥΠΟΣ

Μεταβείτε στο άρθρο: Η «Διάπλασις των Παίδων» που μεγάλωσε πολλές γενιές Ελλήνων