Η άγνωστη προϊστορία των Αθηναϊκών Δημοτικών Κοινοτήτων (:Διαμερισμάτων)

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

 

Η πόλη των Αθηνών (1955). Στο βάθος ο λόφος του Λυκαβηττού.

Οπωσδήποτε στην διοικητική ιστορία του Δήμου Αθηναίων, η οποία είναι άμεσα συνυφασμένη με τις συνοικίες και τις γειτονιές της πόλεως, εξέχουσα θέση κατέχουν τα δημοτικά διαμερίσματα, οι δημοτικές κοινότητες όπως έχουν μετονομασθεί. Πρόκειται περί θεσμού ο οποίος δεν απόλαυσε της εκτιμήσεως εκ μέρους της κεντρικής διοίκησης, δεν ενδύθηκε με αποφασιστικές αρμοδιότητες ώστε να αγκαλιασθεί και από τους δημότες. Λόγοι σκοπιμότητος δεν επέτρεψαν στον θεσμό αυτό να ακμάσει και στην πόλη να ακολουθήσει τον ρυθμό των σύγχρονων ευρωπαϊκών πρωτευουσών.

Η απαξίωση του θεσμού αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι δεν έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα η ιστορία του. Διότι οι περισσότεροι, ούτε καν αυτοί που υπηρέτησαν ή υπηρετούν τον θεσμό, δεν γνωρίζουν πως τα δημοτικά διαμερίσματα έχουν ιστορία πολλών δεκαετιών. Πρώτη μνεία περί διαίρεσης του Δήμου Αθηναίων και ίδρυσης τοπικών δημαρχείων, στα πρότυπα όσων ίσχυαν σε άλλες αμερικανικές ή ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καταγράφεται ήδη από το 1921. Με πρωτοβουλία του δραστήριου εργοστασιάρχη και δημοτικού συμβούλου Μηνά Γ. Καψάνη (†1925) τέθηκε για πρώτη φορά προς συζήτηση στο δημοτικό συμβούλιο θέμα «Περί διχασμού (sic) του Δήμου Αθηναίων».

Η πρότασις του 1921

Πρότεινε την διαίρεση των Αθηνών σε τέσσερα τμήματα και την εκλογή πέντε δημάρχων, έναν για κάθε τμήμα και έναν κεντρικό. Η πρόταση που κατατέθηκε ήταν ιδιαιτέρως φιλελεύθερη για την εποχή αφού αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση του Δήμου με καθαρά επιχειρηματικά κριτήρια. Αναμφισβήτητα ήταν επηρεασμένη και από τις εθνικές συνθήκες που επικρατούσαν. Κανείς δεν προέβλεπε την επερχόμενη καταστροφή του 1922 και τις επιπτώσεις της. «Ο Δήμος Αθηναίων είναι μια λαμπρά επιχείρησις, ήτις όμως δεν αποδίδει ό,τι έπρεπεν» ισχυριζόταν ο εισηγητής του θέματος προτείνοντας ταυτοχρόνως στους εκλεγόμενους δημάρχους, να παρέχονται άφθονα τα οικονομικά μέσα ώστε να αφοσιώνονται αποκλειστικά και μόνον με τα συμφέροντα του δήμου.

Κατηγορώντας το σύστημα της δημοτικής διοίκησης ο βενιζελικός Μ. Καψάνης επετέθη στους αντιπάλους (:βασιλικούς) λέγοντας πως με το σύστημα αυτό δεν θα υπέφερε ο δήμος «δι’ ένα Τσόχα, Μερκούρη ή Κανελλόπουλο που θέλουν να είναι αρχιδήμαρχοι»! Η πρόταση Μ. Καψάνη βρήκε αποδέκτες μεταξύ των μελών του δημοτικού συμβουλίου, το οποίο παρέπεμψε το θέμα σε ειδική επιτροπή για επεξεργασία. Ωστόσο, σε λίγο χρονικό διάστημα τα πάντα ανατράπηκαν, όπως και η δημοτική αρχή, οπότε δεν υπήρξε συνέχεια. Ωστόσο, τρεις δεκαετίες αργότερα, όχι μόνον θα εμφανιστεί, αλλά και θα εφαρμοστεί η διαίρεση των Αθηνών σε δημοτικά διαμερίσματα.

 

Οδός Πανεπιστημίου (1951)

Οι εκλογές του 1951

Οι πρώτες μεταπολεμικές δημοτικές εκλογές διεξήχθησαν το 1951, δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια μετά τις προηγούμενες (1934). Σε περίοδο κατά την οποία η τοπική αυτοδιοίκηση βίωνε βαθιά κρίση λόγω των κρατικών παρεμβάσεων και η κεντρική διοίκηση ανίχνευε τα εκλογικά συστήματα που την εξυπηρετούσαν. Εξάλλου, ίσχυαν τα έκτακτα μέτρα ασφαλείας, οι μαζικές εκτοπίσεις και οι φυλακίσεις που κατέληγαν στην ουσιαστική απαγόρευση συμμετοχής τους στην πολιτική ζωή. Στις αρχές του 1950 υπήρχαν στις φυλακές περίπου 17.000 καταδικασμένοι -μεταξύ τους 2.289 θανατοποινίτες- και 5.500 υπόδικοι.

Οι εκτοπισμένοι -κυρίως στην Μακρόνησο- ξεπερνούσαν τους 13.000, μη συνυπολογιζομένων των προληπτικώς συλληφθέντων των τελευταίων μηνών του Eμφυλίου. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, εμφανίσθηκε ο θεσμός των δημοτικών διαμερισμάτων. Μαζί με την οριστική καθιέρωση της ψήφου των γυναικών και την έμμεση εκλογή δημάρχου, ήταν τα τρία στοιχεία που επηρέασαν το νέο θεσμικό πλαίσιο που καθιερώνετο. Ως προς την διαίρεση των Αθηνών σε έξι δημοτικά διαμερίσματα είναι ζήτημα που παραμένει ανεξερεύνητο έως σήμερα, παρά το γεγονός ότι περιείχε σημαντικά ψήγματα δημοκρατικής αναπτύξεως και αποκεντρώσεως και θεωρητικά ήταν πρωτοποριακό.

Οδός Σταδίου (1950).

 

Διαίρεση γειτονιών – ενοριών

Τα έξι διαμερίσματα σχηματίσθηκαν με γνώμονα τον αριθμό των εκλογέων που περιλαμβάνονταν στο καθένα, οπότε καθοριζόταν και το μέτρο για τον αριθμό των δημοτικών συμβούλων που θα εκλεγόταν σε κάθε διαμέρισμα. Διότι κάθε Διαμέρισμα έπρεπε να εκλέξει τους δικούς του δημοτικούς συμβούλους. Ο συνολικός αριθμός των δημοτικών συμβούλων για το σύνολο του Δήμου Αθηναίων ανήρχετο σε τριάντα. Ενδιαφέρουσα όμως είναι, από κάθε άποψη, η διαίρεση της πόλης, καθώς και ο ρόλος που κλήθηκαν να διαδραματίσουν οι κραταιές εκλογικές ενορίες στις οποίες βασίστηκε το σύστημα.

Εξάλλου, οι ενορίες καθόριζαν και τα όρια κάθε διαμερίσματος. Τόσο τα στατιστικά στοιχεία, όσο και διαίρεσις της πόλεως, οπωσδήποτε παρουσιάζουν ενδιαφέρον και γι’ αυτό τα δημοσιεύουμε για πρώτη φορά. Το 1ο Διαμέρισμα αποτελούνταν από 33.900 ψηφοφόρους και 15 ενορίες που ήταν οι εξής: Μητροπόλεως, Αγίας Αικατερίνης Πλάκας, Αγίων Αναργύρων Ψυρρή, Γεννήσεως Χριστού Χριστοκοπίδου, Αγίου Γεωργίου Καρύτση, Αγίου Δημητρίου Ψυρρή, Αγίας Ειρήνης, Ζωοδόχου Πηγής, Κοιμήσεως Θεοτόκου Μοναστηρακίου, Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοκαστριωτίσσης, Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης, Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας, Μεταμορφώσεως Σωτήρος Πλάκας, Αγίου Νικολάου Ραγκαβά και Αγίου Παύλου. Το 2ο Δημοτικό Διαμέρισμα αποτελούνταν από 39.632 ψηφοφόρους, κατανεμημένους σε εννέα ενορίες που ήταν οι εξής: Αγίου Ανδρέα Πατησίων, Αγίου Αντωνίου Πατησίων, Αγίου Ελευθερίου Πατησίων, Αγίας Ζώνης Πατησίων, Προφήτου Ηλία Ριζουπόλεως, Αγίου Λουκά Πατησίων, Αγίου Μελετίου Σεπολίων, Αγίου Νικολάου Κάτω Πατησίων και Αγίου Παντελεήμονος Αχαρνών.

Ακολουθούσε το 3ο Δημοτικό Διαμέρισμα με 27.898 ψηφοφόρους σε επτά ενορίες που ήταν οι εξής: Αγίου Βασιλείου Πολυγώνου, Αγίου Γεωργίου Κυψέλης, Αγίας Γλυκερίας Γαλατσίου, Αγίου Ελευθερίου Άρεως, Αγίου Θωμά Κυψέλης, Αγίου Στυλιανού Άρεως και Αγίου Χαραλάμπους Πολυγώνου. Το 4ο Διαμέρισμα με 35.951 ψηφοφόρους και 12 ενορίες: Αγίων Αποστόλων Υμηττού, Αγίου Αρτεμίου Γούβας, Αγίου Γεωργίου Δουργουτίου, Προφήτου Ηλία Παγκρατίου, Αγίου Ιωάννου Ηλυσίων, Αγίου Ιωάννου Γαργαρέττας, Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυνοσάργους, Μεταμορφώσεως Σωτήρος Λεωφόρου Συγγρού, Αγίου Νικολάου Φιλοπάππου, Αγίου Παντελεήμονος Ιλισσού, Αγίου Σπυρίδωνος Σταδίου και Αγίας Φωτεινής Ιλισσού.

Το 5ο Δημοτικό Διαμέρισμα είχε 35.202 ψηφοφόρους κατανεμημένους σε οκτώ ενορίες: Αγίου Γερασίμου Κουπονίων, Αγίου Δημητρίου Αμπελοκήπων, Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Αγίου Θωμά Αμπελοκήπων, Αγίου Νικολάου Πευκακίων, Αγίου Νικολάου Πτωχοκομείου, Αγίας Σοφίας Ψυχικού και Αγίας Τριάδος Αμπελοκήπων. Τέλος, το 6ο Δημοτικό Διαμέρισμα με 41.429 ψηφοφόρους και 19 ενορίες: Αγίου Αθανασίου Θησείου, Αγίας Αικατερίνης Πετραλώνων, Αγίου Αιμιλιανού Λόφου Σκουζέ, Αγίου Ανδρέα Πετραλώνων, Αγίων Αποστόλων Θησείου, Άγιοι Ασώματοι Θησείου, Αγίου Γεωργίου Ακαδημίας Πλάτωνος, Προφήτου Δανιήλ Κεραμεικού, Τριών Ιεραρχών Πετραλώνων, Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Σεπολίων, Κοιμήσεως Θεοτόκου Κολοκυνθούς, Αγίου Κωνσταντίνου Κολωνού, Αγίας Μαρίνης Θησείου, Αγίας Μαρκέλλας Βοτανικού, Αγίου Πολυκάρπου Βοτανικού, Αγίου Σάββα Βοτανικού, Αγίας Τριάδος Κεραμεικού, Αγίου Τρύφωνος Κολωνού και Αγίου Φιλίππου Βλασσαρούς.

Απογοητευτικά αποτελέσματα

Τα αποτελέσματα από την λειτουργία της νέας διαιρέσεως υπήρξαν απογοητευτικά, αφενός λόγω της πλημμελούς προετοιμασίας και αφετέρου, λόγω της σφοδρής κομματικής εκμεταλλεύσεως. Τα δημοτικά διαμερίσματα του 1951 καταργήθηκαν μάλλον σιωπηρά για να επανεμφανιστούν τρεις δεκαετίες αργότερα, υπό καλύτερες συνθήκες και σε κλίμα συνεργασίας και συναίνεσης. Το ζήτημα θα επανεμφανισθεί στο προσκήνιο περίπου τρεις δεκαετίες αργότερα, όταν Δήμαρχος Αθηναίων και Πρόεδρος της Κεντρικής Ενώσεως Δήμων και Κοινοτήτων ήταν ο Δημήτριος Μπέης.

Στα τέλη της δεκαετίας 1970 και επ’ ευκαιρία της συντάξεως του νέου κώδικος δήμων και κοινοτήτων, ομάς νέων επιστημόνων, μεταξύ των οποίων και ο εκλεγείς αργότερα δήμαρχος Αθηναίων Αντώνης Τρίτσης, πρότειναν την διοικητική αναμόρφωση των Αθηνών. Έτσι σχηματίσθηκαν τα επτά δημοτικά διαμερίσματα (:κοινότητες) που ισχύουν μέχρι σήμερα και τα οποία επρόκειτο να μετατραπούν σε «μικρά δημαρχεία». Στις εκλογές του 1982 εκλέχθηκαν και οι πρώτοι σύμβουλοι στα δημοτικά διαμερίσματα, τα οποία ωστόσο παραμένουν μέχρι σήμερα, από διοικητικής απόψεως, σε νηπιακή κατάσταση.