Το λαϊκό πανηγύρι του Αγίου Θωμά (Γουδή)

Η μετονομασία της Πεντελιώτισσας, ο γάμος του Κωστή Παλαμά, σάτιρα και πενταροπροσκύνημα

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

 

Σκίτσο του παλαιού ναού του Αγίου Θωμά περίπου το 1900.

Ως «Παναγία Πεντελιώτισσα» αναγνώριζαν το μεσαιωνικό ναΐδριο στο Γουδή, οι κάτοικοι της Αττικής στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και το γιόρταζαν ανήμερα της Κοίμησης της Θεοτόκου. Ένα παραμελημένο και έρημο εκκλησάκι, όπως τα εκατοντάδες που ήταν σπαρμένα παντού αναδεικνύοντας τον χριστιανικό χαρακτήρα γης και κατοίκων. Απέναντι από το εκκλησάκι και μεσημβρινά υπήρχε ρεύμα που έφθανε έως τα περιβόλια.

Ήταν τόσα τα βάτα και τα αγκάθια στην περιοχή εκείνη ώστε είχαν καταπλακώσει τον μικρό ναό που φαινόταν περισσότερο ως σπήλαιο. Αλλά πως η εγκαταλελειμμένη εκκλησίτσα της Παναγίας Πεντελιώτισσας… λοξοδρόμησε και έφτασε να γιορτάζεται στη μνήμη της Ψηλάφησης του Θωμά και πως σώθηκε, έστω με πολλές παραποιήσεις, έως σήμερα; Ακόμη περισσότερο πότε καθιερώθηκε και ποια ήταν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του λαϊκού πανηγυριού που πρωταγωνίστηκε επί έναν περίπου αιώνα και συνεχίζεται έως τις ημέρες μας;

«Εις Αμπελοκήπους…»

Όλα ξεκίνησαν από μια παρέα Αθηναίων που βρέθηκαν το 1867 στο περιβόλι, ιδιοκτησία Μονής Πεντέλης, που περιέβαλε τον ναΐσκο. Διασκεδάζοντας θέλησαν να καλωπίσουν την εκκλησία. Σε συνεννόηση με τον Μητροπολίτη Αθηνών Θεόφιλο, την αρωγή πολλών χριστιανών και τη συναίνεση του Αρχιμανδρίτη γηγενή Αθηναίου και Ηγούμενου της Μονής Πεντέλης Διονύσιου Βερσή έκαναν τη σκέψη τους πραγματικότητα. Με πρόταση του Αρχιμανδρίτη αποδόθηκε στη μνήμη του Αγίου Θωμά και καθιερώθηκε πανηγύρι. Ένα πανηγύρι, το οποίο εξελίχθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα της Αττικής και από τα πρώτα χρόνια έλαβε έντονο λαϊκό χαρακτήρα που δεν έχει καταγραφεί έως σήμερα.

Χρόνο τον χρόνο, το πανηγύρι γινόταν δημοφιλές. Περίπου πέντε χρόνια μετά την καθιέρωσή του σχολιάζεται στον Τύπο: «Εις Αμπελοκήπους, εν θέσει Γουδή ετελέσθη χθες πανήγυρις, εις ήν συνέρρευσεν αρκετός κόσμος, διασκεδάσας εκεί μέχρις εσπέρας εν άσμασι, χοροίς και λοιπαίς ευθυμίαις μετά ψητών αμνών». Και είκοσι χρόνια μετά, το 1887, το πανηγύρι του Αγίου Θωμά γίνεται από τα δημοφιλέστερα στην Αττική, έχοντας όλως ιδιαίτερο χαρακτήρα. Έναν χαρακτήρα που του έδωσαν τα λαϊκά στρώματα συνδυάζοντας τη χαρά της Ανάστασης με την άνοιξη που πλημμύριζαν τους πιστούς ψυχική ευφορία.

Εορτασμός 1934.

«Του Γουδιού το πανηγύρι τρίγκι βάϊ το ποτήρι»!

Τα λαϊκά έντυπα έσπευδαν να σχολιάσουν τον πανηγυρισμό, ξεπερνώντας πολλές φορές τα όρια της ευπρέπειας, συνδέοντας τον άπιστο Θωμά με τις άπιστες γυναίκες. Ο σατιριστής Παναγιώτης Πηγαδιώτης δεν έχανε την ευκαιρία να αφιερώνει έμμετρα στο πανηγύρι, τα οποία δημοσίευε στον «Αριστοφάνη» του για να περνούν στη συνέχεια από στόμα σε στόμα στα χείλη του ελληνικού λαού. Υπό τον τίτλο «Στο Γουδή / έχασε όστις δεν πήγε να ιδή» έγραφε ο Π. Πηγαδιώτης το 1887: ««Προ των παραθύρων των κλεινών Αθηνών κείται ο ιερός ναός και λίαν ρωμαντική η θέσις του, θέσις εφ’ ής μόνον Ερως δύναται να εμφωλεύη και ερωμέναι καρδίαι να περιίπτανται ως άλλαι τρυγώνες»!

Δημοσίευε μάλιστα και το έμμετρο «Του Γουδιού το πανηγύρι / τρίγκι βάϊ το ποτήρι»! «Κ’ επήγαν οι φιλέορτοι και οι χριστιανοί / Τον άπιστον απόστολον με σέβας να δοξάσουν / Και όχι για να φάγουνε τ’ αυγά και το αρνί / Και την παραδαρμένην των ρετσίνα να χορτάσουν». Και λίγο παρακάτω: «Κ’ επήγε πάσα πεταχτή, καθώς και πάσα γρηά, / Κ’ εφίλησε τα’ αγιού Θωμά το χέρι και το πόδι, / Κι ανάψαν σαν το μπόϊ τους μ’ ευλάβεια κεριά, / Κι’ ερώτησαν, αν μι’ άπιστη τον άνδρα κάμει βόδι»! Οι σχετικές περιγραφές βρίθουν υπονοούμενων για γυναίκες με φέσια και «μούτρα πεπλασμένα σαν τις λαμπριάτικες κουλούρες», για φτιασιδωμένα «ασχημόμουτρα» αλλά και επίγειους άγγελους που σκανδάλιζαν τους πιστούς.

Ο ναός του Αγίου Θωμά.

Ο γάμος του Κ. Παλαμά και το «πενταροπροσκύνημα»

Το εκκλησάκι έχει ήδη αγαπηθεί και ντυθεί με τα αόρατα φτερά του νεανικού ρομαντισμού. Την ίδια χρονιά (1887) το επιλέγει ο Κωστής Παλαμάς για να παντρευτεί την αγαπημένη του Μαρία Βάλβη με κουμπάρο τον Βλάση Γαβριηλίδη. Και έγραψε το «Αγάπη μου θυμάσαι…» για να ταξιδέψει: «Το αλαργινό θυμάσαι το ξωκλήσι / που αλλάξαμε του γάμου τα στεφάνια; / Ολόγυρά μου βούιζε το μελίσσι, / το μαρτυρούσε η μουρμουρίστρα η βρύση / κι ας τόκρυβαν τριγύρω τα πλατάνια». Το νερό πρωταγωνιστούσε στο περιβάλλον του Αγίου θωμά. Το «πενταροπροσκύνημα» ήταν γνώρισμά του. Γυναίκες από κάθε τάξη έσπευδαν να συμβουλευτούν τον Άγιο κολλώντας πεντάρες στο πρόσωπό του. Εάν η πεντάρα έμενε πάνω στην εικόνα η παντρεμένη θα αποκτούσε γιο και η ανύπαντρη θα παντρευόταν.

Το «πενταροπροσκύνημα» συνεχιζόταν έως η εικόνα του Αγίου καλυπτόταν πλήρως. Κάτω από τις ελιές και εν μέσω χρωματιστών σημαιών κάθε εθνικότητας στήνονταν πρόχειρα καφενεία, ταβέρνες και μανάβικα. Ήχοι τύμπανου και φλογέρας αντηχούσαν παντού. Οι χοροί έδιναν και έπαιρναν και στις σούβλες ροδοκοκκίνιζαν τα σφαχτά. Σε κάθε γωνιά παραμόνευαν στραγαλάδες, ενώ ακούγονταν ζακυνθινές καντάδες. Αλλού Λιδωρικιώτες χόρευαν υπό τον ήχο των ζουρνάδων, ενώ παρακάτω έστηναν πανηγύρι οι Μωραϊτες. Έως τα τέλη του 19ου αιώνα, εύζωνοι και πεζοί των παραπηγμάτων συνέχιζαν αρχαιοπρεπείς συνήθειες. Πίσω από τον ναό επιδίδονταν σε συναγωνισμούς στο λιθάρι και στο πήδημα, ενώ οι αγυιόπαιδες έπαιζαν «καμηλίτσα» και κυλιόντουσαν στο χώμα προκαλώντας γέλια.

Τον χαρακτήρα της γιορτής τόνιζαν οι εφημερίδες, οι οποίες μέχρι και τα τελευταία προπολεμικά χρόνια καλούσαν τους χριστιανούς να συμμετάσχουν στην «παλαιά θρησκευτική εορτή λαϊκού χαρακτήρος εις τον ναόν Αγίου Θωμά εις το Γουδί παρά τον πευκόφυτον χώρον της εκκλησίας», συμπληρώνοντας πως «από πρωϊας μέχρις εσπέρας θα παιανίζη η μουσική του δήμου». Σύμφωνα με στοιχεία του Ν. Παραδείση από το 1904 έως το 1928, όταν πλέον έγινε ενοριακός, λειτούργησε ως παρεκκλήσι της Μονής Πετράκη. Το 1930 έγινε η πρώτη επέκτασή του, το 1933 η δεύτερη και το 1953 η τελευταία. Δίπλα ανεγέρθηκε ο νεότερος μεγαλοπρεπής Ναός, ο οποίος θεμελιώθηκε το 1949 και εγκαινιάστηκε επισήμως το 1978.